30 Απριλίου 2011

Αλήθεια γιατί;
















Θυμάμαι όταν ήμουνα παιδί
έπαιζα στου ονείρου την αυλή
τώρα που μεγάλωσα, στένεψε η αυλή.
Αλήθεια γιατί;

Θυμάμαι όταν ήμουνα παιδί
πετούσα εδώ κι εκεί σαν το πουλί
τώρα που μεγάλωσα, τσάκισαν οι φτερούγες μου
κι έπεσα στη γη.
Αλήθεια γιατί;

Θυμάμαι όταν ήμουνα παιδί
ένας ήλιος με ξυπνούσε το πρωί
τώρα που μεγάλωσα, έπιασε η βροχή.
Αλήθεια γιατί;

Θυμάμαι όταν ήμουνα παιδί
έβλεπα στη ζωή μου την αρχή
τώρα που μεγάλωσα, έγινε φυλακή.
Αλήθεια γιατί;

Θυμάμαι όταν ήμουνα παιδί
άκουγα της καρδιάς μου τη φωνή
τώρα που μεγάλωσα, πεθαίνει στη σιωπή.
Αλήθεια γιατί;

29 Απριλίου 2011

Κατάθλιψη


Μέσα στα μάτια σου
διακρίνω την ηρεμία της θάλασσας
μετά την νεροποντή,
τη ξαστεριά του ουρανού
μετά το χλωμό σούρουπο,
και την ησυχία της βαθιάς νύχτας.
Να γιατί σε κοιτώ στα μάτια!
Νιώθω στη νωχελική κίνηση της κόρης
την αγωνία μιας ζωής που αργοπεθαίνει
ζητώντας σιωπηλά βοήθεια.
Κι εγώ να μη μπορώ να κάνω τίποτα...
Αχ, να 'τανε σχοινιά τα μάτια σου!
Να αρπαχτώ από αυτά και να ανέβω
τον τοίχο που μας χωρίζει.
Αχ, να 'τανε νερό τα μάτια σου!
Να ξεπλύνω με αυτό
τις μαύρες σκέψεις του μυαλού σου.
Να 'τανε κυπαρίσσια να σ' ανεβάσω ψηλά
να μην σε φτάνουν τα θεριά που σου ξεσκίζουν
την κάθε μέρα απ' τη ζωή σου.
Αν ήταν όλα αυτά τα μάτια σου...
Θα 'μασταν μια ανοιξιάτικη μέρα
όλο ζωή, όλο φρεσκάδα
κι όχι πεσμένα φύλλα του φθινοπώρου.

28 Απριλίου 2011

Αυτοσαρκασμός (Σιγά τα όνειρα!)










Χανόμαστε μέσα στον κυκεώνα της θλίψης μας
αντέχοντας τα ανελέητα κτυπήματα
μιας ατάραχης ζωής, που δεν ματώνει ούτε ρουθούνι.
Αναζητάμε την λύτρωση σε αλύτρωτες πατρίδες,
σε κόσμους που δεν υπάρχουν
κι εμείς τους φανταζόμαστε.
Είμαστε οι αδικημένοι δίκαιοι.
Οι μοιρολογήτρες μιας ζωής που αργοπεθαίνει
και δεν την τελειώνουμε,
γιατί δεν έχουμε ακόμη σάβανο στα μέτρα της.
Που το μόνο που μας ενδιαφέρει
είναι το θλιμμένο απόγευμα μιας Κυριακής,
και κάποια όνειρα που μας εγκατέλειψαν
γιατί σιχάθηκαν τις θεωρίες μας...Σιγά τα όνειρα!
Καλύπτουμε την ανικανότητα μας
με το φόρεμα της εσωστρέφειας
γιατί αρνούμαστε την γύμνια μας
και την περιφέρομε σαν νύφη
πιασμένη απ' το μπράτσο μας,
κι αυτή καμαρώνει...Η ξετσίπωτη!
Μοιάζουμε με αρουραίους
που έχουνε λουφάξει στις τρύπες τους,
κρυμμένοι απ' το φως του ήλιου
και ξεμυτίζουν μόνο τις νύχτες
παριστάνοντας τους τιμητές μιας άλλης ζωής
πιο δίκαιης, πιο ιδεατής, πιο ανθρώπινης,
που δεν υπάρχει πια, και άφησε αμανάτι εμάς
γιατί είμαστε όμορφοι...Τρομάρα μας!
Δειλοί, υποκριτές και αναίσχυντοι
...Καταραμένοι άνθρωποι.

Χαμένες Ατλαντίδες













Τώρα καταλαβαίνω τι είναι η ζωή μου
μία ημέρα τόσο βαρετή
τώρα καταλαβαίνω τη δόλια ψυχή μου
που με ρωτάει γιατί;

Δεν υπάρχει τώρα πια κάτι
που θα κρατήσει ζεστή την ελπίδα
δεν κυλάει ούτε καν' ένα δάκρυ
που θα δείξει της λύπης το κρίμα.

Τώρα θα υπομένω κάθε θανάτου θλίψη
και θα ξεδιψάω με μια σταγόνα χαράς
τώρα θα ησυχάζω μες στη βαθιά μου πλήξη
και θα 'χω την απάθεια στο μέρος της καρδιάς.

Δεν υπάρχει τώρα πια δρόμος, για να γυρίσω πίσω
ούτε μια ηλιαχτίδα, τη σκιά μου να δεις
ό,τι μου απομένει είναι αυτός ο μύθος
που λέει για Ατλαντίδες που χάθηκαν νωρίς.

22 Απριλίου 2011

Οι εκδικητές του ονείρου















Ξέμπλεξε το παράπονο του ονείρου σου η ζάλη
καθώς αποκοιμήθηκες μια νύχτα ξαστεριάς
αγγελικό φτερούγισμα τα μάτια σου είχαν κάνει
που σε φανέρωσαν μακριά, στις στράτες της φωτιάς.

Σαν εξεπρόβαλε η αυγή, θρήνος στο ακροθαλάσσι
πτώματα αξίων μαχητών που ξέβρασε ο γαρμπής
για τ' αστεριών την λάμψη τους, όλα τα είχες χάσει
κι όλα τ' αποχαιρέταγε το κλάμα της βροχής.

Κι εσύ, στου αλόγου σου τη σέλα καρφωμένος
απορημένος, πως εσύ δεν είσαι ο νικητής
κοιτάς να δεις στα σύννεφα τον ήλιο που 'ν κρυμμένος
για να μη γίνει θεατής της ματωμένης γης.

Κι όσα σε ακολούθησαν, τώρα σε καταριούνται
ψάχνουν να βρουν εκδίκηση στου ονείρου τον φονιά
εκείνον που επροσκύναγαν, τώρα τον απαρνιούνται
και στο λαιμό του βάζουνε, της αγχόνης τη θηλιά.

21 Απριλίου 2011

Απογοήτευση










Απογοήτευση...
Όλα μια σκέτη απογοήτευση
τίποτα το χαρούμενο-τίποτα το αληθινό
τα πάντα κρύα-τα πάντα παγωμένα
δίχως πνοή-δίχως παλμό.
Όλα νεκρά όσο μια χούφτα στάχτη.
Κι εσύ θέλεις να ζήσεις και κάτι δεν σ' αφήνει
κι εσύ θέλεις να χαρείς και κάτι σου πίνει
σου ρουφάει, όλη τη διάθεση.
Κι ύστερα χάνεσαι
στα σκοτεινά μονοπάτια της λύπης σου
στο πήγαινε-έλα μιας κούνιας
που αιωρείται στο απέραντο κενό
ανάμεσα στα όρια, μιας ζωής χωρίς σκοπό
και της λύτρωσης ενός επερχομένου θανάτου.
Κι ύστερα πιάνεσαι
απ' τα πορσελάνινα χέρια μιας εύθραυστης ελπίδας
που σου χαρίσανε κάποιες αλλοτινές σου στιγμές
και απ' την αδίστακτη επιμονή της ψυχής
που σου ζητάει να ζήσεις.

20 Απριλίου 2011

Γράμμα στη Ζ...














Δοκίμασα να σε αγαπήσω.
Προσπάθησα να σε προσπεράσω,
μα εσύ έφυγες στο απέναντι πεζοδρόμιο,
κρύφτηκες στην αγκαλιά κάποιου
που νόμιζε πως σε είχε ερωμένη.
Τον φιλούσες και κοιτούσες εμένα
σαν να αποζητούσες τη ζήλεια μου.
Στην αρχή δεν γνώριζα την ύπαρξη σου.
Αργότερα κάποιοι μου μίλησαν για σένα.
Μισά λόγια, μασημένα, κάπως ακαταλαβίστικα...
Ότι είσαι άδικη, δύσκολη, σκληρή, μια πόρνη...
Κι εγώ έψαχνα να σε βρω
στα πρόσωπα κάποιων κοριτσιών
που είχαν την ατυχία να φέρουν το όνομα σου.
Στην αρχή όλα αυτά...
Όταν δεν σ' είχα γνωρίσει...
Σε πρωτογνώρισα στην εφηβεία μου.
Τότε ήσουν γλυκιά, όμορφη, χαμογελαστή
γεμάτη υποσχέσεις...
Και ήμουν τρελά ερωτευμένος μαζί σου.
Σε αγάπησα στους έρωτες μου
σε μίσησα στις μοναξιές μου.
Μετά κατάλαβα τα "ακαταλαβίστικα"
και το θηλυκό του ονόματος σου
καθώς και το αινιγματικό, τότε για μένα,
σύνθημα, που είχα δει γραμμένο σ' έναν τοίχο:
"Η ζωή είναι ωραία αλλά τάχει μ' άλλον".
Κι από τότε, κι εγώ αρκούμαι
να σε βλέπω στις αγκαλιές των άλλων,
να με κοιτάς καθώς τους φιλάς,
και να μου κλείνεις με σαγηνευτική τρυφερότητα
το μάτι, πίσω απ' τη πλάτη τους...
Κι εγώ σε καταλαβαίνω...Και σε κατανοώ...
Γιατί εγώ ξέρω...
Κι εσύ ξέρεις...Ότι ξέρω...

19 Απριλίου 2011

Στην αποβάθρα της εξιλέωσης



Εξορία στη κόλαση
θα πει ευτυχία ο θάνατος,
ιστορία ανθρώπινη, θα πει ψέμα...
Άκου! Πως μονολογούν οι μελλοθάνατοι.
Άκου! Πως γαβγίζουν τα σκυλιά.
Κι εσύ περιμένεις ατάραχος, στη δική σου σειρά.
Δεν κρύβεις την γυμνή σου αλήθεια
κάτω απ' τις ωραίες εικόνες
μιας ψεύτικης πραγματικότητας.
Ούτε πίσω απ' τις ανέραστες φιγούρες
κάποιων επιτυχημένων γιάπηδων.
Κάθεσαι εκεί και περιμένεις, στωικά, σχεδόν λυτρωτικά
τις ακτίνες του πιο καυτού ήλιου, που θα ξεραίνει τα χείλη σου
κι ο ιδρώτας θα καίει σαν το οινόπνευμα, τις μολυσμένες σου πληγές.
Θα κάθεσαι εκεί ακίνητος, ασάλευτος
και θα αφουγκράζεσαι το βουητό της μύγας
που θα φωνάξει στο πλάι σου, η απαίσια μυρωδιά της σήψης σου.
Θα κάθεσαι εκεί, ώσπου να γίνει ρευστή μάζα
η σκουριασμένη επικάλυψη μιας ματαιόδοξης ζωής.
Σαν ένα γερασμένο γκαζάδικο κι εσύ,
που ύστερα από τόσα ταξίδια στις θάλασσες
λιώνεις, στην υψικάμινο της ανακύκλωσης.
Μα τη ψυχή σου δεν θα την πειράξει κανείς!
Θα βγει ατόφια, αμόλυντη, μέσα απ' τη λάβα σου.
Αυτή η ψυχή θα στέκεται εκεί, μα δεν θα λιώνει,
θα κουβαλιέται από σώμα σε σώμα, από εποχή σε εποχή.
Θα περιμένει, στην αποβάθρα της εξιλέωσης
για ένα επόμενο ταξίδι δικαίωσης.
Γιατί αυτής της ψυχής, θα της αξίζει πάντα ένα άλλο κορμί,
θα της αξίζει πάντα η αιωνιότητα...

18 Απριλίου 2011

Ο δρόμος...














Στο δρόμο περπατούσα, μονάχος ένα πρωί
στο δρόμο που είχα ζήσει την πιο γλυκιά ζωή.
Μικρός, στενός ο δρόμος, μικροί ήμασταν κι εμείς
τα όνειρα μεγάλα που πλάθαμε εμείς...
Χρόνια αξέχαστα, χρόνια παιδικά
παιχνίδια όλο γέλιο και χαρά, παιχνίδια αγαθά...
Σαν έβρεχε στο δρόμο, μαζεύονταν τα παιδιά
και λέγαμε τραγούδια, τραγούδια όλο δροσιά
τραγούδια, γεμάτα ξενοιασιά...
Η παρέα όμως διαλύθηκε νωρίς
στα δεκαοχτώ, είχαμε μείνει τρεις
αργότερα χαθήκαμε και 'μείς...
Τα χρόνια αυτά περάσανε, τα όνειρα γκρεμίστηκαν
φωνή στο δρόμο πια, δεν ακούγεται καμιά...
Μονάχα η βουή, απ' τα φορτηγά
που περνούν και φεύγουν, βιαστικά...

Σύμβολα εμείναμε καιρών-Κ.Καρυωτάκης


















Σύμβολα εμείναμε καιρών που απάνω μας βαραίνουν
άλυτοι γρίφοι που μιλούν μονάχα στον εαυτό τους,
τάφοι που πάντα με ανοιχτή χρονολογία προσμένουν,
γράμματα που δεν έφτασαν ποτέ στον προορισμό τους.

17 Απριλίου 2011

Πρόσωπα και προσωπεία...










Τα χέρια μου είναι παγωμένα, αυτή τη νύχτα.
Και τα ντουβάρια στη φυλακή, υγρασία.
Μετρώ τις μέρες με σταυρούς
και γύρω-γύρω, "Ζήτω η Ελευθερία!"

Φέρνω στην μνήμη μου
προσωπεία ανθρώπων...
Έχουν σαγόνια με δόντια μυτερά
στα μάτια τους υπάρχει η φωτιά.
Στου χαμαιλέοντα το δέρμα έχουν κρυφτεί
και αλλάζουν όψη όπως ταιριάζει στη στιγμή
έπειτα, κομπάζουν και καυχιούνται δυνατά
πάρτε τους-πάρτε τους, μακριά.

Γελάνε και το γέλιο τους
ακούγεται ως εδώ.
Και πάλι απόψε δεν θα κοιμηθώ...
Κλείνω τα μάτια μου
και βλέπω νεκρά κορμιά,
με πρόσωπα ατάραχα, χαμογελαστά
που είδαν στον θάνατο τη λευτεριά...

16 Απριλίου 2011

Επιβίωση...














Διασχίζοντας τα θολά νερά του πειρασμού,
περπατώντας στις όχθες
της αχνής ζωής και του θανάτου
προσπαθώ να πιαστώ από κάπου
αναζητώντας τη λύτρωση.
Δίχως όνειρα κι ελπίδες,
στόχους, και με απογοητεύσεις
σέρνομαι σαν ερπετό
μες στον δικό μου λαβύρινθο
μες στη δική μου καθημερινότητα.
Και νιώθοντας το μαχαίρι στο κόκαλο
ανακαλύπτω τους τάφους
των σφαγιασθέντων παιδικών μου ονείρων
που θυσιάστηκαν στο βωμό της επιβίωσης.
Ποιας επιβίωσης;
Μιας επιβίωσης που είχε σαν έπαθλο
τον εξευτελισμό μου,
και τον ανελέητο κυνισμό μου.
Μιας επιβίωσης και μιας εξαθλίωσης,
που σε αναγκάζει να αναφωνήσεις
με το χέρι παρατεταμένο: "Χαίρε Καίσαρα,
οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν!"

15 Απριλίου 2011

Βραδινός ανοιξιάτικος περίπατος

















Πόσο με γοήτευσες άνοιξη
όταν εχθές το βράδυ σε συνάντησα
ήσουνα ήσυχη, ήρεμη, γαλήνια
και μοσχοβολούσε η ανάσα σου.

Πόσο με γοήτευσες θάλασσα
όταν εχθές το βράδυ σε πλησίασα
με γλυκοφίλαε η δροσιά σου
και τα κύματα σου, χέρια
που μ' άφηναν τα χάδια τους.

Πόσο με γοήτευσες νύχτα
όταν στου φεγγαριού σου την όψη γονάτισα
κι όταν άγγιξα τα φωτεινά σου μάτια...

14 Απριλίου 2011

Μαντρογυρισμένη...














Μαντρογυρισμένη η ζωή μου
κι ο φράχτης αγκαθωτός.
Πηδώ στον τοίχο, μα πέφτω και τσακίζομαι.

Μαντρογυρισμένη η θέληση μου...
Κοιτώ τον ήλιο, μα τα μάτια μου καίει.
Κοιτώ τον ουρανό, μα είναι πάντα συννεφιασμένος.

Μαντρογυρισμένη και η χαρά μου...
Κλεισμένη στο πιο βαθύ μπουντρούμι
και με χαμένα τα κλειδιά...

13 Απριλίου 2011

Εσείς του τέλους θεατές...



Το περιστέρι της αυγής
θα 'ρθει κι απόψε να με βρει
στο κατώφλι του θανάτου.
Της πικρίας το καυτό νερό
καίει και πάλι τα σωθικά μου.
Σκίζω το ρούχο της χαράς
ήδη το χώμα με σκεπάζει.
Έχω την άρνηση αγκαλιά
την απόγνωση λάβαρο στο χέρι
ψάχνει η ελπίδα ένα νυστέρι
για να χειρουργηθώ.
Μα εγώ...
Δεν βλέπω την ώρα, τη στιγμή
που θα σημάνει του τέλους μου η καμπάνα.
Κι από το έργο της ζωής
μου απόμειναν τα τελευταία πλάνα.
Πέτα ψυχή μου σαν πουλί
και πίσω μη κοιτάς...
"Αυτό το σώμα-φυλακή
σου στέρησε ότι αγαπάς!"

11 Απριλίου 2011

Σαν πεθάνω...














Τραγούδια μη μου πείτε σαν πεθάνω
μήτε μοιρολόγια που μιλάνε
για παλικάρια που ο χάρος τα πήρε.
Μα ούτε και λουλούδια θανάτου
να φέρεται στο μαρμαρένιο τάφο.
Λουλούδι, ίσως γίνει η ψυχή μου.
Μονάχα, αυτά που αγάπησα να σεβαστείτε.
Κι αν στον ύπνο σας, κάποιο βράδυ με δείτε
να μην φοβηθείτε...
Θα είμαι εγώ, που θα απαξιώ
εσάς και τον κόσμο αυτό.

Αλληλεξάρτηση...


Το αύριο έρχεται μετά το χτες.
Ο θάνατος μετά από ζωή.
Η λύτρωση μετά τον αγώνα.
Κι εγώ μετά από σένα.
Κι εσύ μετά από άλλον.
Όλα διαδέχονται το ένα το άλλο.
Όλα βαλμένα σε μια σειρά.
Μια τελειότητα τυφλή
που δεν σου λέει το γιατί!
Η χαρά βρίσκεται με την θλίψη συντροφιά
και ο λυγμός, μετά το γέλιο, μοναχός.
Όλα είναι ισότιμα.
Όλα εξισορροπούνται από κάτι.
Κι εγώ από σένα.
Κι εσύ από άλλον.
Σε μια αλυσίδα χωρίς τέλος κι αρχή
αγκαλιασμένοι, από μια μοίρα κοινή
φτωχή, γεμάτη πόνο...

10 Απριλίου 2011

Σάββατο βράδυ-Κ.Καρυωτάκης














Σάββατο βράδυ, ανοίγουνε στο δρόμο σα λουλούδια
οι απλές καρδιές, παθητικά ν' ανέβουνε τραγούδια
που τη χαρά ή τον απάλο του έρωτα ψάλλουν πόνο,
ενώ για μένα η εβδομάδα ετέλειωσε και μόνο.

09 Απριλίου 2011

Η βόλτα...














Αμέριμνες, μοναχικές βραδιές
που αρπάζονται με τις πρώτες συγκινήσεις
αχτένιστες, κατσουφιασμένες αναμνήσεις
που ξεπηδούν σαν τα βατράχια απ' το χτες.

Κάποιες απρόσμενες, τυχαίες αναφορές
μία παρέα συμφοιτητών που χωρατεύοντας, τα πίνουν
δυο άγνωστοι περαστικοί, τα χέρια δίνουν
κι εγώ χαζεύω το καϊμάκι που έχει ο καφές.

Σάββατο βράδυ στην πλατεία του αη-Νικόλα
καλοκαιράκι, μόλις που χάνεται ο ήλιος
όσα τηλέφωνα κι αν πήρα, κανένας φίλος
δυο κατοστάρικα στην τσέπη, όλα κι όλα.

Μα είχα στη ματιά μου τη φλόγα ακόμα
τον ενθουσιασμό, της άγνοιας το θράσος
ένα δεντράκι ήμουν, που θα γινόμουν δάσος
και τη βροχή που αναγεννά το χώμα.

Είχα στη πλάτη μου ένα δισάκι όνειρα
που όσο περνάει ο καιρός, όλο και αδειάζει
τώρα η απόγνωση τις νύχτες με φωνάζει
στενέψαν της ζωής τα περιθώρια.

Αρνιότανε η καρδιά τον φόβο
κάθε αφορμή γινότανε και αιτία
μία καλώς εννοούμενη αλητεία
τώρα ωριμάσαμε, λένε, με τον χρόνο.

Μια σκέψη αποζητάει τον άνθρωπο της
και τι δεν θα 'δινα να ξαναζήσω αυτά τα χρόνια
τότε που ήθελαν να 'ρθουν τα χελιδόνια
τώρα συνήθισε η ψυχή τον μαρασμό της.

Παλιά μου χρόνια, πόσο σας έχω επιθυμίσει
φοιτητής, επαρχιώτης στη Αθήνα
τώρα τα βράδια μου, δεν μοιάζουν σαν εκείνα
την μοναξιά σας την έχω νοσταλγήσει.

Φαίνεται από τότε μου 'γινε συνήθεια
να βγάζω τον εαυτό μου, έξω, βόλτα
σαν τότε που εχαράζαμε την ρότα
μίας ζωής που δεν μας είπε την αλήθεια.

Τώρα τίποτα, πια, δεν με θυμίζει
στην μοναξιά μου την ηθελημένη
μια μαριονέτα από κλωστή δεμένη
απόμεινε στις πλατείες να γυρίζει...


Sleep away-Bob Acri

06 Απριλίου 2011

Κάτι να αφήσουμε...



Θα φύγουμε μια μέρα...
Πίσω από των αετών το φτερούγισμα.
Πάνω απ' τις ψηλότερες βουνοκορφές.
Σαν οι ψυχές μας ανταμώσουν τον θάνατο.

Θα φύγουμε μια μέρα...Θα αποχωρήσουμε...
Όπως η αύρα του πρωινού, καθώς ψηλώνει ο ήλιος.
Σαν τα παιδιά απ' τις αλάνες, όταν πέφτει η νύχτα.
Σαν το κύμα της θάλασσας που εγκαταλείπει την άμμο.

Μα, εάν είναι να φύγουμε, κάτι να αφήσουμε πίσω μας...
Ένα μονοπάτι χαραγμένο απ' το διάβα μας.
Ένα παράθυρο ανοιχτό στην ελπίδα των άλλων.
Μία σπίθα απ' τη στάχτη μας, να την κρατήσουν προσάναμμα.

Να αφήσουμε...
Την σκιά που θα ξαποστάσει το όνειρο,
σαν τύχει και περάσει ξανά απ' τα μέρη μας.

Κάτι να αφήσουμε...
Παρά μονάχα από ένα καντήλι που καίει...

03 Απριλίου 2011

Λυπάμαι...

















Δεν λυπάμαι τόσο για τον εαυτό μου
για το νόημα της δικής σου ύπαρξης, πενθώ.
Το να υπάρχεις μόνο για να υπάρχεις
μία μορφή θανάτου, εγώ το θεωρώ.

Έχεις πεθάνει από καιρό, μα κάνεις πως δεν ξέρεις
τα πάντα, όλα γύρω σου, αυτό σου μαρτυρούν.
Μου λες, πως η ζωή σου έδωσε, όλα αυτά που θέλεις
μα άλλα μου λεν τα μάτια σου, όταν με κοιτούν.

Γι αυτό εγώ αποχωρώ, μήπως και καταλάβεις
πως δεν υπάρχει αύριο που κάηκε στο χθές.
Κι αν αυτό εσένα σου αρκεί, εμένα δεν μου φτάνει
σε αυτήν την άχαρη ζωή να είμαστε θεατές.

Το βλέπεις...Δεν μας αξίζει μια ζωή, μουντή, ξεθωριασμένη,
παραδομένη σε ανούσιες, μηδαμινές στιγμές.
Μία ζωή στο τίποτα, στο πουθενά δοσμένη,
παρατημένη στην αποτυχία της, με τύψεις κι ενοχές.

Λυπάμαι, μα ήρθε η στιγμή που πρέπει εγώ να φύγω.
Συγνώμη που σου στέρησα για πάντα τη χαρά.
Τι νόημα έχει, να συνυπάρχουμε κάτω απ' την ίδια στέγη
αφού το ξέρεις, μέσα μας, πως ζούμε χωριστά.

02 Απριλίου 2011

Αποστασιοποίηση









Με την σκέψη μου μένω βουβός, κάθε βράδυ.
Μονάχος, εγώ και ο εαυτός μου.
Και βλέπω μέσα στο σκοτάδι
να γίνεται ο κόσμος, όλος, δικός μου.

Με την σκέψη μου τρέχω στα περασμένα.
Κοιτάζω γύρω μου απελπισμένα.
Το αύριο άγνωστο, μα πρέπει να ελπίζω.
Θα πρέπει να ζω, αντί να δακρύζω.

Κουράστηκα, σε αυτού του κόσμου το ψέμα.
Μίσος και αγάπη, γενίκανε ένα.
Αρνούμαι να είμαι των άλλων η λεία.
"Θα παίξω με τα κουβαδάκια μου σε άλλη παραλία".

Δεν μου ταιριάζει ο τρόπος που ζείτε.
Ο τρόπος, που σκέπτεστε και λειτουργείτε.
Εγώ έχω μάθει ελεύθερος να 'μαι.
Δεν σκύβω το κεφάλι, δεν σας φοβάμαι.

Δεν την μπορώ την υποκρισία.
Τους "δήθεν", τους "έτσι" και την αλαζονεία.
Εγώ είμαι άνθρωπος των συναισθημάτων,
των ανθρωπίνων σχέσεων, και των απλών πραγμάτων.

Υπάρχουνε δρόμοι και λύσεις πολλές.
Από εσάς δεν χρειάζομαι πια συμβουλές.
Το σίγουρο είναι πως δεν θα χαθώ,
μα μες στο ψέμα σας..."Δεν θα νομίζω πως ζω!"